Σήμερα διαλέξαμε μια διαδρομή που ξέραμε από παλιά και θελήσαμε να την φρεσκάρουμε στη μνήμη μας.
Η εκδρομή μας ξεκινά λίγο έξω από την Χωριστή. Περνώντας την και πριν φτάσουμε στη Δράμα στρίψαμε δεξιά στον κόμβο για Ξάνθη. Το κρύο και το ψιλόβροχο δεν άφηναν να ευχαριστηθούμε το τοπίο όπως θα κάναμε μιαν άλλη εποχή. Άνετα μπορούσες όμως να φανταστείς αυτά τα λιβάδια, τους ομαλούς λόφους και τα μικρά χωριά στεφανωμένα με τα χρώματα της Άνοιξης.
Πριν το ποτάμι πήραμε τον δρόμο για τα φράγματα. Αυτό της Πλατανόβρυσης φαινόταν να κατασκευάζεται(;) ακόμη. Πάντως η πρόσβαση σ' αυτό είχε απαγορευτεί. Συνεχίσαμε για το του Θησαυρού. Τα 22χλμ από την διασταύρωση μέχρι πάνω γίνονται σ' ένα δρόμο ασφαλτοστρωμένο μεν αλλά γεμάτο φθορές και πέτρες και χώμα απ' τις πλαγιές που δείχνουν να καταρρέουν σιγά-σιγά.
Περάσαμε το μεγάλο κατηφορικό τούνελ και βγήκαμε στη γέφυρα που ζεύει τις δυο όχθες. Λίγο ακόμα και φτάσαμε στις εγκαταστάσεις. Ο φύλακας στο κουβούκλιο της εισόδου μας έδειξε πως να ανεβούμε στη στέψη του φράγματος. Εκεί πάνω βγήκαμε να θαυμάσουμε το τοπίο. Πήγαμε πάνω, πήγαμε κάτω, περάσαμε απ' την άλλη πλευρά, το …περιεργαστήκαμε. Αριστερά στο βουνό φαινόταν να γίνονται κάποιες χωματουργικές εργασίες. Στο επίπεδο του νερού ήταν δύσκολο να κατεβούμε κι η στάθμη του νερού μου φάνηκε πολύ-πολύ χαμηλή. Δεν είχαμε κάτι άλλο να κάνουμε εκεί. Ούτε φωτογραφική δεν είχαμε πάρει. Ξεκινήσαμε λοιπόν για πίσω. Κάτω στη διασταύρωση στρίψαμε αριστερά για να συνεχίσουμε το δρόμο μας. Αμέσως βρεθήκαμε στο Παρανέστι. Διαλέξαμε να πάμε πρώτα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του χωριού. Είχε το ενδιαφέρον του και θεωρώ πως μάλλον άξιζε τα 3 ευρώ κατ' άτομο. Αναζητήσαμε και το μαγαζάκι του Συνεταιρισμού με τα τοπικά προϊόντα. Είχε κλείσει. Ήταν 2 η ώρα και όλοι είχαν πάει για φαγητό. Αυτό κάναμε κι εμείς.
Η ταβερνούλα όπου είχαμε φάει άλλες φορές φαινόταν κλειστή. "Μεταφερθήκαμε απέναντι" έλεγε ένα χαρτί στη πόρτα. Το "απέναντι" ήταν ένα από τα κτήρια του σιδηροδρομικού σταθμού. Που φαινόταν εγκαταλειμμένος όπως και η ίδια η σιδηροδρομική γραμμή. Τι έγινε; Δεν περνάει τίποτα πια από 'κει;
Πάντως το μαγαζί ήταν πλήρως ανακαινισμένο. Μια πινακίδα ενημέρωνε ενδιαφερόμενους και μη ότι αυτό έγινε με τα λεφτά κάποιου προγράμματος κι εγώ μπορώ να βεβαιώσω ότι αυτά τα λεφτά "έπιασαν τόπο". Παρ' όλη την …"εξημέρωση", η δ/νση κράτησε αυτό που έκανε το μαγαζί διάσημο: τις τεράστιες μερίδες. Πήραμε τζατζίκι (πρέπει να ΄ταν κοντά στο μισό κιλό), τηγανητές πατάτες (ένα βουνό), μοσχαρίσια (που δεν χωρούσε στο πιάτο κι ήταν πολύ τρυφερή) και παϊδάκια αρνίσια (άλλο ένα βουνό), κρασάκι και κόλα. Σύνολο 30 ευρώ. Άνετα χόρταιναν τέσσερα(4) άτομα, για να μη πω παραπάνω. Ακόμα και το ψωμί ήταν φέτες από καρβέλι για …γίγαντες.
Όταν φάγαμε ο Συνεταιρισμός δεν είχε ανοίξει ακόμα κι έτσι δεν μπορέσαμε να κάνουμε το χατίρι της Ελένης. Συνεχίσαμε για Σταυρούπολη. Αυτή την φορά μπήκαμε στη κωμόπολη και γυρίσαμε τα στενά, λιθόστρωτα δρομάκια της. Την κυκλώσαμε, την διασχίσαμε και την αφήσαμε πίσω μας πηγαίνοντας για καφέ στο Νέμεσις, ένα εντυπωσιακό ξενοδοχειακό συγκρότημα, 4χλμ πιο κάτω.
Επιστρέφοντας περάσαμε από τη γέφυρα της Σταυρούπολης. Σ' άλλες εποχές κάναμε βόλτες με τ' άλογα που περιμένουν κάτω απ' αυτήν τους επίδοξους αναβάτες. Συνεχίσαμε στο δύσκολο, όλο στροφές κι ερημικό δρόμο που μας έβγαλε στην Εγνατία. Η νύχτα μας πρόλαβε κάπου εκεί.