Ήταν ευκαιρία όχι μόνον να πάμε αλλά και να μείνουμε στη Βέροια. Και το κάναμε.
Ξεκινήσαμε Τετάρτη (21/11) με το πάσο μας. Από Δερβένι βγήκα στην Έξοδο για Έδεσσα. Ακολούθησα τον δρόμο μέχρι Χαλκηδόνα κι εκεί έστριψα για Αλεξάνδρεια. Μετά από 26χλμ μπήκαμε Βέροια. Τώρα έψαχνα την έξοδο προς Νάουσα και το ξενοδοχείο μας.
Το «Veria Hotel” έμοιαζε περιποιημένο αλλά …άδειο. Ψευδαίσθηση το δεύτερο όπως ανακαλύψαμε αργότερα. Τακτοποιηθήκαμε στο 2ο όροφο. Το βραδάκι κατεβήκαμε στη πόλη (απέχει 6χλμ περίπου) και κάναμε έκπληξη στους φίλους μας. Μείναμε συζητώντας μέχρι που άλλαξε η μέρα.
Την επομένη περιδιαβήκαμε την Βέροια αφού παρκάραμε κάπου κοντά στην «Ελιά». Έκανε κρύο και η διάθεσή μας δεν ήταν η καλύτερη για πολλές βόλτες. Κάναμε κάτι ψώνια και γυρίσαμε πίσω. Και το απόγευμα ακόμα πιο …πίσω: Πήγαμε Αλεξάνδρεια. Μια ευχάριστη συνάντηση, συνεννοήσεις για την αύριον και «ανεβήκαμε» ξανά.
Την Παρασκευή είπαμε να πάμε κάπου κοντά γιατί για το απόγευμα σκεφτόμασταν Κοζάνη. Πήγαμε Νάουσα λοιπόν που απείχε γύρω στα 15χλμ απ’ το Veria. Δεν είχα ξαναπάει μάλλον. Δεν μου θύμιζε τίποτε. Ούτε το «κέντρο» ούτε το «ρολόι» της πόλης. Και δεν με ενθουσίασε επίσης. Νομίζω ότι η Βέροια είναι καλύτερη. Έχοντας ώρα μπροστά μας, ανεβήκαμε στα "3-5 Πηγάδια" για καφέ. Πολύ ωραίο μέρος. Προσπάθησα να το φανταστώ χιονισμένο με τα τελεφερίκ σε λειτουργία, τους χώρους στάθμευσης γεμάτους οχήματα και τις πλαγιές φορτωμένες επίδοξους σκιέρ. Μια ιδέα του μεγέθους της κίνησης που θα επικρατεί στο καταχείμωνο μου έδινε το πλήθος των τροχόσπιτων που υπάρχουν εγκατεστημένα. Πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Πολλές στροφές (φυσικά) αλλά άνετος δρόμος. Κάπου είδαμε μια φάρμα με ημίαιμα αγριογούρουνα. Λίγο πριν μπούμε στη Νάουσα κάναμε αριστερά προς Άγ. Νικόλαο. Ήταν ώρα για μεσημεριανό. Υπέροχο μέρος. Κάναμε πρώτα μια βόλτα να το χαρούμε, βγήκαμε φωτογραφίες στα πλατάνια και στα γεφυράκια του μικρού ποταμού και χωθήκαμε στη ζεστασιά κάποιου από τα πολλά εστιατόρια της περιοχής. Στο «Πέστροφα». Και φάγαμε …πέστροφα (φυσικά). Υπήρχαν εκδρομικά και οι μαθητές (κυρίως οι μαθήτριες) γέμιζαν το χώρο με τις φωνές και το κέφι τους. Πριν φύγουμε πήραμε και μια κουβέρτα από το παρακείμενο μαγαζί σαν αναμνηστικό από την πάλαι ποτέ Κουβερτοκράτηρα Νάουσα.
Γυρίσαμε πίσω στο ξενοδοχείο να πάρουμε μια ανάσα και μετά φύγαμε για Κοζάνη. Πήρα το δρόμο το παλιό μέσω Καστανιάς. Έφτασα στη διάβαση περνώντας μέσα απ’ την χαμηλή νέφωση που καλύπτει ώρες-ώρες την περιοχή. Όταν αρχίσαμε να κατεβαίνουμε προς Κοζάνη η ίδια αυτή νέφωση είχε απλωθεί στην κοιλάδα και φαινόταν σαν θάλασσα μπροστά μας. Παρ’ όλο που είχε πανσέληνο η φωτογραφική δεν μπορούσε ν’ αποτυπώσει την εικόνα. Θαύμασα την ανωτερότητα του ανθρώπινου ματιού! Χωθήκαμε πάλι στα σύννεφα και βγήκαμε στην Εγνατία έξω από Κοζάνη. Μας δυσκόλεψε η είσοδος στη πόλη. Αλλά και μέσα ήταν δύσκολα. Κάπου βρήκα τελικά ν’ αφήσω το αυτοκίνητο και μπορέσαμε να κάνουμε μια βολτούλα. Ήπιαμε και το καφεδάκι μας σε κεντρικό café βλέποντας την κίνηση στον πεζόδρομο απ’ έξω. Έτσι θυμόμουν πάντα αυτό τον πεζόδρομο, αυτό το κομμάτι της πόλης, με πολλά και ωραία μαγαζιά, πολυσύχναστο, φωτεινό, ζεστό, ανθρώπινο. Αν είχαμε περισσότερη ώρα θα ήθελα να την ξοδέψω εκεί. Αλλά δεν είχαμε. Ήδη ήμασταν αργοπορημένοι στο ραντεβού μας στην άκρη της πόλης προς Κρόκο.
Στην επιστροφή πήραμε την Εγνατία. Τεράστια η διαφορά στην άνεση και την ταχύτητα. Πιστεύω πως αν έκανα αυτή την διαδρομή στη διάρκεια της μέρας θα χαιρόμουν και το περιβάλλον που τώρα κρυβόταν στη σκοτεινιά της νύχτας. Μετά τα καμιά δεκαριά τούνελ, είδαμε την έξοδο για Βέροια. Κάπου εκεί μας πέτυχε το τηλεφώνημα των φίλων που μας ψάχνανε. Στη ζεστή τους παρέα μείναμε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Το Σάββατο χαλαρώσαμε λίγο. Οργώσαμε βέβαια την Βέροια γυρνώντας (πάλι) σ’ όλη την πόλη, ιδίως στους πεζόδρομους του κέντρου. Ήπιαμε καφέ στην «Κούπα» και το μεσημέρι …«Ζωή και Κότα». Το πρόγραμμα για το βράδυ έλεγε: Μουσική Βραδιά. Αν και τελειώσαμε αργά δεν παραλείψαμε να πάρουμε το κατιτί μας στον «Κριαρά».
Η επομένη ήταν άλλη μια μέρα χωρίς …εξορμήσεις. Γεμάτη όμως από φιλικά μήτιγκ, τραπεζώματα, επισκέψεις. Κάποιους βιαστικούς τους αποχαιρετήσαμε.
Την Δευτέρα την αφιερώσαμε στη Νάουσα. Ξυπνήσαμε με ομίχλη και κρύο. Αλλά δεν το ‘χαμε σκοπό να μείνουμε μέσα. Ξεκινήσαμε για το Σέλι. Μια ζεστή σοκολάτα σε μεγάλο υψόμετρο σου δίνει φανταστική αίσθηση! Δυνατό αεράκι γέμιζε το δρόμο μπροστά και πίσω μας με τα φύλλα των δέντρων, σ’ όλη σχεδόν την διαδρομή. Όταν φτάσαμε η διαφορά με τα «Πηγάδια» ήταν ολοφάνερη. Βεβαίως δεν υπήρχε χιόνι κι εδώ. Αλλά δεν υπήρχε και τίποτα άλλο που να λειτουργεί. Το Σέλι αποδείχθηκε κατώτερο σε όλα, σε χώρους, σε υποδομές, σε έκταση. Μόνο 10-15 τροχόσπιτα υπήρχαν, σ’ αντίθεση με τα (πολλές) δεκάδες των «Πηγαδιών». Σε μικρή απόσταση (1χλμ) υπήρχε το χωριό Σέλι. Κι αυτό έδινε μια εικόνα εγκατάλειψης. Περίμενα κάτι περισσότερο, κάτι καλύτερο από το Σέλι!! Γυρίσαμε Νάουσα να πιούμε αυτή τη σοκολάτα, αυτό το καφεδάκι που κυνηγούσαμε από το πρωί. Κάτσαμε σε μια γωνιακή στο μπαλκόνι της πόλης. Μετά από λίγο φύγαμε για Βέροια και, σύμφωνα με τις υποδείξεις φίλων (ευχαριστούμε παιδιά), πήγαμε για φαγητό στη «Κόχη». Άξιζε. Ωραίο περιβάλλον και διακόσμηση μέσα, άνετος χώρος, όμορφοι και πλούσιοι τιμοκατάλογοι, ωραία πιάτα, νόστιμα, μεγάλες μερίδες, πολύ καλές τιμές. Ξεκουραστήκαμε στο ξενοδοχείο μας κι επιστρέψαμε Νάουσα. Φαίνεται πως δεν την χορτάσαμε.
Την Τρίτη ένοιωθα πια έντονα την κούραση που είχε συσσωρευτεί. Θα ήθελα να μείνω μέσα αλλά είχε παζάρι στη Βέροια και η λέξη «παζάρι» ασκεί παράξενη έλξη στο γυναικείο πληθυσμό. Πήγαμε λοιπόν. Και κάναμε και την βόλτα μας στη Μπαρμπούντα και μείναμε στο τέλος και για φαγητό. Από μέρες ήθελα να φάω κοτόπουλο στη σχάρα. Το απόγευμα ξανακατεβήκαμε στην Βέροια για τελευταία φορά. Ήπιαμε το καφεδάκι του αποχαιρετισμού στην υπέροχη «Σερεμέτα». Λίγο μετά που έκλεισε η αγορά επιστρέψαμε. Κι ήταν η πρώτη φορά που γυρίσαμε στο ξενοδοχείο μας τόσο νωρίς το βράδυ.
Ένοιωθα έντονη την επιθυμία να γυρίσω σπίτι μου. Το επιθύμησα.
Ξεκινήσαμε την επομένη (28/11) μέσω Εγνατίας.
Χωρίς βιασύνες.
Ξεκινήσαμε Τετάρτη (21/11) με το πάσο μας. Από Δερβένι βγήκα στην Έξοδο για Έδεσσα. Ακολούθησα τον δρόμο μέχρι Χαλκηδόνα κι εκεί έστριψα για Αλεξάνδρεια. Μετά από 26χλμ μπήκαμε Βέροια. Τώρα έψαχνα την έξοδο προς Νάουσα και το ξενοδοχείο μας.
Το «Veria Hotel” έμοιαζε περιποιημένο αλλά …άδειο. Ψευδαίσθηση το δεύτερο όπως ανακαλύψαμε αργότερα. Τακτοποιηθήκαμε στο 2ο όροφο. Το βραδάκι κατεβήκαμε στη πόλη (απέχει 6χλμ περίπου) και κάναμε έκπληξη στους φίλους μας. Μείναμε συζητώντας μέχρι που άλλαξε η μέρα.
Την επομένη περιδιαβήκαμε την Βέροια αφού παρκάραμε κάπου κοντά στην «Ελιά». Έκανε κρύο και η διάθεσή μας δεν ήταν η καλύτερη για πολλές βόλτες. Κάναμε κάτι ψώνια και γυρίσαμε πίσω. Και το απόγευμα ακόμα πιο …πίσω: Πήγαμε Αλεξάνδρεια. Μια ευχάριστη συνάντηση, συνεννοήσεις για την αύριον και «ανεβήκαμε» ξανά.
Την Παρασκευή είπαμε να πάμε κάπου κοντά γιατί για το απόγευμα σκεφτόμασταν Κοζάνη. Πήγαμε Νάουσα λοιπόν που απείχε γύρω στα 15χλμ απ’ το Veria. Δεν είχα ξαναπάει μάλλον. Δεν μου θύμιζε τίποτε. Ούτε το «κέντρο» ούτε το «ρολόι» της πόλης. Και δεν με ενθουσίασε επίσης. Νομίζω ότι η Βέροια είναι καλύτερη. Έχοντας ώρα μπροστά μας, ανεβήκαμε στα "3-5 Πηγάδια" για καφέ. Πολύ ωραίο μέρος. Προσπάθησα να το φανταστώ χιονισμένο με τα τελεφερίκ σε λειτουργία, τους χώρους στάθμευσης γεμάτους οχήματα και τις πλαγιές φορτωμένες επίδοξους σκιέρ. Μια ιδέα του μεγέθους της κίνησης που θα επικρατεί στο καταχείμωνο μου έδινε το πλήθος των τροχόσπιτων που υπάρχουν εγκατεστημένα. Πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Πολλές στροφές (φυσικά) αλλά άνετος δρόμος. Κάπου είδαμε μια φάρμα με ημίαιμα αγριογούρουνα. Λίγο πριν μπούμε στη Νάουσα κάναμε αριστερά προς Άγ. Νικόλαο. Ήταν ώρα για μεσημεριανό. Υπέροχο μέρος. Κάναμε πρώτα μια βόλτα να το χαρούμε, βγήκαμε φωτογραφίες στα πλατάνια και στα γεφυράκια του μικρού ποταμού και χωθήκαμε στη ζεστασιά κάποιου από τα πολλά εστιατόρια της περιοχής. Στο «Πέστροφα». Και φάγαμε …πέστροφα (φυσικά). Υπήρχαν εκδρομικά και οι μαθητές (κυρίως οι μαθήτριες) γέμιζαν το χώρο με τις φωνές και το κέφι τους. Πριν φύγουμε πήραμε και μια κουβέρτα από το παρακείμενο μαγαζί σαν αναμνηστικό από την πάλαι ποτέ Κουβερτοκράτηρα Νάουσα.
Γυρίσαμε πίσω στο ξενοδοχείο να πάρουμε μια ανάσα και μετά φύγαμε για Κοζάνη. Πήρα το δρόμο το παλιό μέσω Καστανιάς. Έφτασα στη διάβαση περνώντας μέσα απ’ την χαμηλή νέφωση που καλύπτει ώρες-ώρες την περιοχή. Όταν αρχίσαμε να κατεβαίνουμε προς Κοζάνη η ίδια αυτή νέφωση είχε απλωθεί στην κοιλάδα και φαινόταν σαν θάλασσα μπροστά μας. Παρ’ όλο που είχε πανσέληνο η φωτογραφική δεν μπορούσε ν’ αποτυπώσει την εικόνα. Θαύμασα την ανωτερότητα του ανθρώπινου ματιού! Χωθήκαμε πάλι στα σύννεφα και βγήκαμε στην Εγνατία έξω από Κοζάνη. Μας δυσκόλεψε η είσοδος στη πόλη. Αλλά και μέσα ήταν δύσκολα. Κάπου βρήκα τελικά ν’ αφήσω το αυτοκίνητο και μπορέσαμε να κάνουμε μια βολτούλα. Ήπιαμε και το καφεδάκι μας σε κεντρικό café βλέποντας την κίνηση στον πεζόδρομο απ’ έξω. Έτσι θυμόμουν πάντα αυτό τον πεζόδρομο, αυτό το κομμάτι της πόλης, με πολλά και ωραία μαγαζιά, πολυσύχναστο, φωτεινό, ζεστό, ανθρώπινο. Αν είχαμε περισσότερη ώρα θα ήθελα να την ξοδέψω εκεί. Αλλά δεν είχαμε. Ήδη ήμασταν αργοπορημένοι στο ραντεβού μας στην άκρη της πόλης προς Κρόκο.
Στην επιστροφή πήραμε την Εγνατία. Τεράστια η διαφορά στην άνεση και την ταχύτητα. Πιστεύω πως αν έκανα αυτή την διαδρομή στη διάρκεια της μέρας θα χαιρόμουν και το περιβάλλον που τώρα κρυβόταν στη σκοτεινιά της νύχτας. Μετά τα καμιά δεκαριά τούνελ, είδαμε την έξοδο για Βέροια. Κάπου εκεί μας πέτυχε το τηλεφώνημα των φίλων που μας ψάχνανε. Στη ζεστή τους παρέα μείναμε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Το Σάββατο χαλαρώσαμε λίγο. Οργώσαμε βέβαια την Βέροια γυρνώντας (πάλι) σ’ όλη την πόλη, ιδίως στους πεζόδρομους του κέντρου. Ήπιαμε καφέ στην «Κούπα» και το μεσημέρι …«Ζωή και Κότα». Το πρόγραμμα για το βράδυ έλεγε: Μουσική Βραδιά. Αν και τελειώσαμε αργά δεν παραλείψαμε να πάρουμε το κατιτί μας στον «Κριαρά».
Η επομένη ήταν άλλη μια μέρα χωρίς …εξορμήσεις. Γεμάτη όμως από φιλικά μήτιγκ, τραπεζώματα, επισκέψεις. Κάποιους βιαστικούς τους αποχαιρετήσαμε.
Την Δευτέρα την αφιερώσαμε στη Νάουσα. Ξυπνήσαμε με ομίχλη και κρύο. Αλλά δεν το ‘χαμε σκοπό να μείνουμε μέσα. Ξεκινήσαμε για το Σέλι. Μια ζεστή σοκολάτα σε μεγάλο υψόμετρο σου δίνει φανταστική αίσθηση! Δυνατό αεράκι γέμιζε το δρόμο μπροστά και πίσω μας με τα φύλλα των δέντρων, σ’ όλη σχεδόν την διαδρομή. Όταν φτάσαμε η διαφορά με τα «Πηγάδια» ήταν ολοφάνερη. Βεβαίως δεν υπήρχε χιόνι κι εδώ. Αλλά δεν υπήρχε και τίποτα άλλο που να λειτουργεί. Το Σέλι αποδείχθηκε κατώτερο σε όλα, σε χώρους, σε υποδομές, σε έκταση. Μόνο 10-15 τροχόσπιτα υπήρχαν, σ’ αντίθεση με τα (πολλές) δεκάδες των «Πηγαδιών». Σε μικρή απόσταση (1χλμ) υπήρχε το χωριό Σέλι. Κι αυτό έδινε μια εικόνα εγκατάλειψης. Περίμενα κάτι περισσότερο, κάτι καλύτερο από το Σέλι!! Γυρίσαμε Νάουσα να πιούμε αυτή τη σοκολάτα, αυτό το καφεδάκι που κυνηγούσαμε από το πρωί. Κάτσαμε σε μια γωνιακή στο μπαλκόνι της πόλης. Μετά από λίγο φύγαμε για Βέροια και, σύμφωνα με τις υποδείξεις φίλων (ευχαριστούμε παιδιά), πήγαμε για φαγητό στη «Κόχη». Άξιζε. Ωραίο περιβάλλον και διακόσμηση μέσα, άνετος χώρος, όμορφοι και πλούσιοι τιμοκατάλογοι, ωραία πιάτα, νόστιμα, μεγάλες μερίδες, πολύ καλές τιμές. Ξεκουραστήκαμε στο ξενοδοχείο μας κι επιστρέψαμε Νάουσα. Φαίνεται πως δεν την χορτάσαμε.
Την Τρίτη ένοιωθα πια έντονα την κούραση που είχε συσσωρευτεί. Θα ήθελα να μείνω μέσα αλλά είχε παζάρι στη Βέροια και η λέξη «παζάρι» ασκεί παράξενη έλξη στο γυναικείο πληθυσμό. Πήγαμε λοιπόν. Και κάναμε και την βόλτα μας στη Μπαρμπούντα και μείναμε στο τέλος και για φαγητό. Από μέρες ήθελα να φάω κοτόπουλο στη σχάρα. Το απόγευμα ξανακατεβήκαμε στην Βέροια για τελευταία φορά. Ήπιαμε το καφεδάκι του αποχαιρετισμού στην υπέροχη «Σερεμέτα». Λίγο μετά που έκλεισε η αγορά επιστρέψαμε. Κι ήταν η πρώτη φορά που γυρίσαμε στο ξενοδοχείο μας τόσο νωρίς το βράδυ.
Ένοιωθα έντονη την επιθυμία να γυρίσω σπίτι μου. Το επιθύμησα.
Ξεκινήσαμε την επομένη (28/11) μέσω Εγνατίας.
Χωρίς βιασύνες.