Την πρώτη φορά που βρέθηκα σ’ αυτά τα μέρη ενθουσιάστηκα. Ήταν βέβαια η παρέα και η διάθεση και η φυσική ομορφιά, αλλά ήταν και το νέο, το πρωτόγνωρο του πράγματος. «Οικοτουρισμός» για τα Ελληνικά δεδομένα φάνταζε…Γιαπωνέζικη έννοια. Κι όμως σ’ αυτή την γωνιά της Ελλάδας άκμαζε. Ήταν και οι άνθρωποι πάνω στους οποίους είχαμε την «τύχη» να πέσουμε. Ενημερωμένοι, πρόθυμοι, εξυπηρετικοί, γνώστες του θέματος.
Μείναμε εκεί ένα-δύο βράδια. Και κρυφά μέσα μου, «υποσχέθηκα» στον εαυτό μου να πάω να μείνω εκεί, σε μια συγκεκριμένη, ιδιαίτερη περίπτωση.
Ο Θεός έδωσε και εκπλήρωσα αυτή μου την «υπόσχεση» πριν τέσσερα χρόνια.
Και χτες, «επί τη επετείω», βρέθηκα και πάλι εκεί για μια βραδιά στην ίδια εκείνη σουίτα του «Οικοπεριηγητή» που με είχε «μαγέψει».
Φτάσαμε, μέσω Αμφίπολης και Σερρών, στο Λιθότοπο (στο φράγμα), νότια της λίμνης. Ακολουθώντας τον δρόμο που ζώνει την δυτική πλευρά της Κερκίνης βρεθήκαμε στο ομώνυμο χωριό την ώρα του φαγητού. Η ταβερνούλα στο λιμάνι (τι κρίμα!!) ήταν πάλι κλειστή. Δοκιμάσαμε την «Ελωδία» και δεν βγήκαμε χαμένοι. Οι σπεσιαλιτέ ήταν Γριβάδι (τηγανητό) και Βουβάλι. Το δεύτερο το ζητήσαμε στη σχάρα.
Το απόγευμα ανεβήκαμε στα Άνω Πορόια (κεφαλοχώρι) για καφεδάκι.
Γυρίσαμε. Δεν είχαμε ώρα για καμιά από τις τόσες δραστηριότητες που μας προσφέρονταν. Ούτε τοξοβολία, ούτε περιήγηση με βάρκα ή τζιπ, ούτε ιππασία. Τίποτα. Άλλωστε ήρθαμε μόνο για …προσκύνημα. Κι αυτό μας το «τάμα», το εκπληρώσαμε.
Την άλλη μέρα, την ώρα του (πλούσιου) πρωινού, ακούσαμε τα σχέδια της διπλανής παρέας και αναπολήσαμε τις δικές μας περιπέτειες δίπλα στα βουβάλια, το υδρόβιο δάσος, τα νούφαρα και το βυθισμένο χωριό του Αγγελόπουλου. Την ώρα της αναχώρησης συναντηθήκαμε με τον υπεύθυνο του κέντρου που μας θυμήθηκε (και μας έκανε αξέχαστες τιμές). Μιλήσαμε για τις αλλαγές που έγιναν, για τα σχέδια ανακαίνισης του ξενώνα και άλλα.
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Στις Σέρρες στρίψαμε για «Λαϊλιά». Το Χιονοδρομικό απέχει από την πόλη γύρω στα 25 χλμ και ο δρόμος είναι πολύ καλός. Η μόνη μου ανησυχία ήταν μήπως και δεν έχει χιόνι. Διαψεύστηκα. Όμως, εκτός από χιόνι, δεν είχε τίποτα άλλο. Καλά που λειτουργούσε η καφετέρια και ήπιαμε κάτι. Όλα τα άλλα ήταν κλειστά. Μέχρι που φύγαμε, μόνο ένα ακόμα αυτοκίνητο ανέβηκε ως εκεί.
Στην επιστροφή, πήγαμε να δούμε και την (βυζαντινή) Ακρόπολη των Σερρών. Δεν λέει τίποτα. Καταπατημένη, τσιμενταρισμένη, εγκαταλειμμένη. Σκέτη απογοήτευση. Μπήκαμε στην πόλη για να το μεσημεριανό μας γεύμα. Μετά δεν έμενε παρά η επιστροφή στα πάτρια.
Μείναμε εκεί ένα-δύο βράδια. Και κρυφά μέσα μου, «υποσχέθηκα» στον εαυτό μου να πάω να μείνω εκεί, σε μια συγκεκριμένη, ιδιαίτερη περίπτωση.
Ο Θεός έδωσε και εκπλήρωσα αυτή μου την «υπόσχεση» πριν τέσσερα χρόνια.
Και χτες, «επί τη επετείω», βρέθηκα και πάλι εκεί για μια βραδιά στην ίδια εκείνη σουίτα του «Οικοπεριηγητή» που με είχε «μαγέψει».
Φτάσαμε, μέσω Αμφίπολης και Σερρών, στο Λιθότοπο (στο φράγμα), νότια της λίμνης. Ακολουθώντας τον δρόμο που ζώνει την δυτική πλευρά της Κερκίνης βρεθήκαμε στο ομώνυμο χωριό την ώρα του φαγητού. Η ταβερνούλα στο λιμάνι (τι κρίμα!!) ήταν πάλι κλειστή. Δοκιμάσαμε την «Ελωδία» και δεν βγήκαμε χαμένοι. Οι σπεσιαλιτέ ήταν Γριβάδι (τηγανητό) και Βουβάλι. Το δεύτερο το ζητήσαμε στη σχάρα.
Το απόγευμα ανεβήκαμε στα Άνω Πορόια (κεφαλοχώρι) για καφεδάκι.
Γυρίσαμε. Δεν είχαμε ώρα για καμιά από τις τόσες δραστηριότητες που μας προσφέρονταν. Ούτε τοξοβολία, ούτε περιήγηση με βάρκα ή τζιπ, ούτε ιππασία. Τίποτα. Άλλωστε ήρθαμε μόνο για …προσκύνημα. Κι αυτό μας το «τάμα», το εκπληρώσαμε.
Την άλλη μέρα, την ώρα του (πλούσιου) πρωινού, ακούσαμε τα σχέδια της διπλανής παρέας και αναπολήσαμε τις δικές μας περιπέτειες δίπλα στα βουβάλια, το υδρόβιο δάσος, τα νούφαρα και το βυθισμένο χωριό του Αγγελόπουλου. Την ώρα της αναχώρησης συναντηθήκαμε με τον υπεύθυνο του κέντρου που μας θυμήθηκε (και μας έκανε αξέχαστες τιμές). Μιλήσαμε για τις αλλαγές που έγιναν, για τα σχέδια ανακαίνισης του ξενώνα και άλλα.
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Στις Σέρρες στρίψαμε για «Λαϊλιά». Το Χιονοδρομικό απέχει από την πόλη γύρω στα 25 χλμ και ο δρόμος είναι πολύ καλός. Η μόνη μου ανησυχία ήταν μήπως και δεν έχει χιόνι. Διαψεύστηκα. Όμως, εκτός από χιόνι, δεν είχε τίποτα άλλο. Καλά που λειτουργούσε η καφετέρια και ήπιαμε κάτι. Όλα τα άλλα ήταν κλειστά. Μέχρι που φύγαμε, μόνο ένα ακόμα αυτοκίνητο ανέβηκε ως εκεί.
Στην επιστροφή, πήγαμε να δούμε και την (βυζαντινή) Ακρόπολη των Σερρών. Δεν λέει τίποτα. Καταπατημένη, τσιμενταρισμένη, εγκαταλειμμένη. Σκέτη απογοήτευση. Μπήκαμε στην πόλη για να το μεσημεριανό μας γεύμα. Μετά δεν έμενε παρά η επιστροφή στα πάτρια.